1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW
ΚινηματογράφοςΓερμανία

Στέλλα, μια Εβραία καταδότρια στην υπηρεσία της Γκεστάπο

Σλόμιτ Λάσκι
17 Ιανουαρίου 2024

«Στέλλα. Μια ζωή», μια ταινία βασισμένη στην αληθινή ιστορία μιας Εβραίας που πρόδιδε άλλους Εβραίους κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος για να επιβιώσει αυτή και η οικογένειά της.

https://p.dw.com/p/4bHZq
Τη Στέλλα υποδύεται η Πάουλα Μπέερ
Τη Στέλλα υποδύεται η Πάουλα ΜπέερΕικόνα: Mathias Bothor/Majestic Film

Η ιστορία της Στέλλας Γκόλντσλακ είναι γνωστή στη Γερμανία. Έχει γραφτεί βιβλίο από έναν πρώην συμμαθητή της το 1992, έγινε όπερα, μιούζικαλ, ντοκιμαντέρ-ταινία το 2007 με την Κέιτ Μπλάνσετ στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τώρα εκ νέου ταινία.

Ο Γερμανός σκηνοθέτης κινηματογράφου και τηλεόρασης Κίλιαν Ρίντχοφ  φαίνεται πάντως να καταφέρνει να βρει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στον ρόλο της ως θύματος αλλά και ως δράστιδος.

Το αποτέλεσμα είναι μια φωτογραφικά τέλεια ρεαλιστική απεικόνιση του Βερολίνου της δεκαετίας του 1940 και μια συναρπαστική ιστορία. Η ταινία ξεκινά στο Βερολίνο το 1940. Η 18χρονη Στέλλα, την οποία υποδύεται η Πάουλα Μπέερ, είναι μια ξανθιά γαλανομάτα. Το όνειρό της είναι να γίνει τραγουδίστρια της τζαζ, όμως έχει δυο βασικά προβλήματα: Οι ναζί θεωρούν την τζαζ «εκφυλισμένη» τέχνη και επίσης είναι Εβραία.

Μέχρι τότε δεν είχε καταλάβει πως το να είσαι Εβραία ήταν πρόβλημα, μέχρι που ξεκίνησαν οι διώξεις των ναζί. Όλες οι προσπάθειες της οικογένειάς της να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ απέτυχαν. Η Στέλλα και οι γονείς της δούλεψαν ως καταναγκαστικοί εργάτες σε ένα εργοστάσιο όπλων.

Ζωή στην παρανομία

Η Στέλλα με τον συνεργό της
Η κινηματογραφική Στέλλα με τον συνεργό της στην παρανομία Εικόνα: Christian Schulz/Letterbox/ Majestic Film

Στις 27 Φεβρουαρίου 1943 οι ναζί εξαπέλυσαν μια μεγάλη επιδρομή με στόχο τους εναπομείναντες Εβραίους του Βερολίνου. Η Στέλλα και η μητέρα της κατάφεραν να γλιτώσουν κρυμμένες σε ένα υπόγειο. Ο πατέρας δεν βρισκόταν στο εργοστάσιο κατά τη διάρκεια της εφόδου και έτσι γλίτωσε κι αυτός. Ο σύζυγος της Στέλλας όμως, ο Μάνφρεντ, βρέθηκε στο Άουσβιτς.

Προκειμένου να αποκτήσει δελτία για συσσίτιο και πλαστά έγγραφα για την ίδια και τους γονείς της, η Στέλλα συνεργάζεται με τον Εβραίο πλαστογράφο διαβατηρίων Ρολφ Ισαάκσον. Πουλάνε πανάκριβα τα έγγραφα σε άλλους Εβραίους που τα έχουν ανάγκη. Συλλαμβάνονται στις αρχές Ιουλίου 1943 από την Γκεστάπο και η Στέλλα βασανίζεται αλύπητα. Καταφέρνει όμως να δραπετεύσει από τη φυλακή. Κρύβεται με τους γονείς της σε ένα σπίτι που σύντομα όμως ανακαλύπτει η Γκεστάπο. Συλλαμβάνονται και οδηγούνται σε στρατόπεδο.

Για να σώσει τους γονείς της, ώστε να μην σταλούν στο Άουσβιτς, αλλά και για να γλιτώσει και η ίδια, συνεργάζεται με τους ναζί και αρχίζει να καταδίδει Εβραίους. Εξασφαλίζει χρήματα, φανταχτερά ρούχα και περπατά ελεύθερα στο Βερολίνο. Συνεχίζει να δουλεύει για τους ναζί ακόμα κι όταν οι γονείς της, παρά τη συμφωνία, εστάλησαν στο Άουσβιτς.

Ένας πολύ σύνθετος χαρακτήρας

Η Στέλλα Γκόλντσλακ
Η πραγματική Στέλλα ΓκόλντσλακΕικόνα: ZUMA/Keystone/IMAGO

Η ταινία παρακάμπτει το τέλος του πολέμου και παρουσιάζει τη δίκη της Στέλλας το 1957, η οποία αρνείται τα πάντα και δεν φαίνεται να έχει τύψεις. Δεν υπάρχουν ακριβείς αριθμοί, όμως εκτιμάται ότι η Στέλλα πρόδωσε εκατοντάδες Εβραίους και τους οδήγησε στον θάνατο. Κρίθηκε ένοχη και καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλάκισης.

Η βραβευμένη ηθοποιός Πάουλα Μπέερ καταφέρνει να υποδυθεί θαυμάσια έναν περίπλοκο χαρακτήρα. Μια γυναίκα γοητευτική, εύθυμη, ευάλωτη, μοναχική, ανήσυχη, χειριστική που εκμεταλλεύεται έξυπνα την ομορφιά της.

Τελικά η Στέλλα Γκόλντσλακ έζησε μια μοναχική και απομονωμένη ζωή. Το 1984 έκανε την πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας. Το 1994, σε ηλικία 72 ετών, πνίγηκε σε μια λίμνη και πιθανολογείται ότι αυτοκτόνησε.

Η ταινία του Ρίντχοφ πάντως δεν έχει έτοιμες απαντήσεις. Θέτει περισσότερο ερωτήματα: «Η Στέλλα ήταν θύτης ή θύμα; Εγώ τι θα έκανα για να σώσω την οικογένειά μου; Θα έλεγα "όχι" στη Γκεστάπο;»

Η ταινία θα προβληθεί στους κινηματογράφους στη Γαλλία στις 17 Ιανουαρίου και στον γερμανόφωνο χώρο από τις 25 Ιανουαρίου.