1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Γερμανία-Ελλάδα: το μεγάλο ντέρμπι του μπάσκετ

21 Φεβρουαρίου 2019

Μία διαφορετική ματιά στην Ελλάδα από την εφημερίδα Süddeutsche Zeitung του Μονάχου: σε περίοπτη θέση σήμερα ο ελληνικός αθλητισμός, αλλά και η νέα ελληνική κουζίνα, που ξεφεύγει από την πεπατημένη.

https://p.dw.com/p/3Dl3k
basketball slowenien deutschland frankreich
Εικόνα: picture-alliance/dpa

Το αθλητικό ραντεβού της εβδομάδας, σε επίπεδο εθνικών ομάδων, είναι αναμφισβήτητα ο αγώνας μπάσκετ ανάμεσα στη Γερμανία και την Ελλάδα που γίνεται την Κυριακή στο Μπάμπεργκ. Η εφημερίδα του Μονάχου σημειώνει ότι "Ελλάδα και Γερμανία ηγούνται στον 12ο όμιλο για τα προκριματικά του παγκοσμίου κυπέλλου" που θα γίνει το φθινόπωρο στην Κίνα. Και οι δύο έχουν εννέα νίκες και μόλις μία ήττα, ενώ οι Έλληνες είχαν κερδίσει το πρώτο παιχνίδι στην Πάτρα με 92-84. Απομένει τώρα η "ρεβάνς" του Μπάμπεργκ, η οποία βέβαια έχει διαδικαστικό χαρακτήρα, καθώς και οι δύο ομάδες έχουν εξασφαλίσει την πρόκρισή τους. Παρά την αποχώρηση, από την εθνική, του θρυλικού Ντιρκ Νοβίτσκι, η Γερμανία έχει χτίσει μία γερή ομάδα συνόλου με έξι παίκτες του ΝΒΑ και έχει πλέον μεγαλύτερες φιλοδοξίες από κάθε άλλη φορά. Η Süddeutsche Zeitung σημειώνει: "Με δεδομένη την ευχάριστη εξέλιξη και τις νίκες απέναντι στη Σερβία (δεύτερη στους Ολυμπιακούς Αγώνες και στο Παγκόσμιο Κύπελλο) ο αντιπρόεδρος της γερμανικής ομοσπονδίας μπάσκετ (Άρμιν) Άντρες λέει: 'Πηγαίνουμε πλέον με αυτοπεποίθηση σε μεγάλες διοργανώσεις'. Κάνει λόγο ακόμη και για ημιτελικά. Ο ομοσπονδιακός προπονητής Χένρικ Ρεντλ προτιμά να κρατήσει χαμηλούς τόνους, λόγω του ανταγωνισμού. Αλλά και αυτός λέει ότι 'πηγαίνουμε στην Κίνα ως μία ομάδα, την οποία αντιμετωπίζουν με σεβασμό".

Μπάμπεργκ: στιγμιότυπο από τους πανηγυρισμούς για την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2016
Μπάμπεργκ: στιγμιότυπο από τους πανηγυρισμούς για την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2016Εικόνα: Getty Images/Bongarts/H.-M. Issler

Κάποιοι λένε ότι το Μπάμπεργκ, η ειδυλλιακή "Βαμβέργη" που περιλαμβάνεται στον κατάλογο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, έχει αναδειχθεί σε "Μέκκα" του γερμανικού μπάσκετ. Σε αυτό έχει συμβάλει και ο Έλληνας Νίκος Ζήσης, άλλοτε αρχηγός της εθνικής Ελλάδας, σήμερα παίκτης στην κυπελλούχο Γερμανίας Μπάμπεργκ και προσεχώς ίσως αθλητικός διευθυντής στην ίδια ομάδα. Σύμφωνα με την Süddeutsche Zeitung η αποχώρηση του σημερινού αθλητικού διευθυντή , του Λετονού Τζίνας Ρουτκάουσκας, είναι θέμα χρόνου και ο ιδιοκτήτης της ομάδας, Μίχαελ Στόσεκ, "θέλει να αναλάβει το πόστο ο 35χρονος Ζήσης το επόμενο καλοκαίρι. Ο ίδιος φαίνεται αναποφάσιστος, δεν ξέρει αν θα πρέπει να σταματήσει ή να αλλάξει επαγγελματικό προσανατολισμό μετά από είκοσι χρόνια επαγγελματικού μπάσκετ. 'Είμαι ανοιχτός για όλα, θα είναι ένα σημαντικό καλοκαίρι για μένα και για την οικογένειά μου', δήλωσε πρόσφατα στο ιντερνετικό δίκτυο Magenta Sport. Ο Ζήσης, ο οποίος ως παίκτης είχε κερδίσει όλους τους σημαντικούς τίτλους στην Ευρώπη, αισθάνεται καλά στο Μπάμπεργκ και δεν θέλει να πάρει βιαστικές αποφάσεις", σημειώνει η εφημερίδα.

Funky ελληνική κουζίνα

Αναζητώντας τη νέα ελληνική κουζίνα
Αναζητώντας τη νέα ελληνική κουζίναΕικόνα: picture alliance/dpa/prisma

Εκτός από το μπάσκετ, την τιμητική της έχει η ελληνική γαστρονομία στη Süddeutsche Zeitung: η εφημερίδα εγκωμιάζει ένα νέο ελληνικό εστιατόριο στην καρδιά του Μονάχου με την επωνυμία "Απλά Funky". Ενδιαφέρουσα η επιβεβαίωση, για μία ακόμη φορά, μίας γενικότερης τάσης: πολλοί Έλληνες γαστρονόμοι εγκαταλείπουν τα παλαιομοδίτικα εστιατόρια με τους πλαστικούς τσολιάδες και προσπαθούν να λανσάρουν στη Γερμανία σύγχρονη ελληνική κουζίνα με ιδιαίτερο ύφος. Όπως επισημαίνει η εφημερίδα: "αυτό που είχαν επιδείξει για πρώτη φορά οι Ιταλοί που ζούσαν στη Γερμανία, κάνουν τώρα και οι Έλληνες με ανάλογες φιλοδοξίες. Οι πιο νέοι από όσους αφοσιώνονται στη γαστρονομία προσπαθούν να βελτιώσουν τις συνήθεις προδιαγραφές της μαγειρικής ή να προσαρμοστούν στις νέες προτιμήσεις της εποχής, σε εστιατόρια με σύγχρονο στυλ". 

Στο συγκεκριμένο εστιατόριο, ο αρθρογράφος εκτιμά ιδιαίτερα το ότι προσφέρει "απλή ελληνική κουζίνα", η οποία "πρέπει να ξεχωρίζει από τον μέσο όρο με μία διάθεση πρωτοτυπίας, αλλά κατ' αυτόν τον τρόπο να πλησιάζει και πάλι το ελληνικό πρωτότυπο". Έτσι λοιπόν, δίπλα σε παραδοσιακά ορεκτικά όπως το τζατζίκι και η ταραμοσαλάτα, ανακαλύτπει τη φάβα Σαντορίνης, τις "Φλογέρες" και μία ελληνική παραλλαγή ενός κλασσικού ιταλικού εδέσματος: βοδινό καρπάτσιο με αποξηραμένες ντομάτες και φλοίδες γραβιέρας. Επίσης, εκτιμά ιδιαίτερα συνδυασμούς όπως το φιλέτο τσιπούρας με πουρέ σέλινου, πικραλίδες και αφρό μοσχολέμονου. Υποστηρίζει ωστόσο ότι όταν το εστιατόριο είναι γεμάτο, οι παραγγελίες αργούν και το φαγητό μπορεί να έχει κρυώσει λίγο μέχρι να φτάσει στο τραπέζι, ενώ δεν παραλείπει να σημειώσει και τον "εκκωφαντικό θόρυβο σε βραδιές με πολύ κόσμο σε στριμωγμένα τραπέζια". Πάντως η κριτική κλείνει με καλά λόγια τόσο για την εξυπηρέτηση, όσο και για τη μεγάλη λίστα κρασιών.

Γιάννης Παπαδημητρίου