Η Γερμανία εξοπλίζεται
5 Μαρτίου 2022Δώδεκα πολεμικά αεροσκάφη F-35 έχουν μεταφερθεί στην αμερικανική βάση του Σπράνγκνταλεμ, στο γερμανικό κρατίδιο της Ρηνανίας. Αποστολή τους είναι να εποπτεύουν τον εναέριο χώρο της Ανατολικής Ευρώπης, μετά την ρωσική εισβολή στη γειτονική Ουκρανία. Θεωρούνται τα πλέον σύγχρονα πολεμικά αεροσκάφη στον κόσμο. Για πολλά χρόνια ήταν ένα «άπιαστο όνειρο» για τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις που αναζητούσαν μία πιο οικονομική λύση για να αντικαταστήσουν τα σημερινά απαρχαιωμένα αεροσκάφη τύπου Tornado. Όλα αυτά μέχρι την περασμένη Κυριακή, όταν ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς αιφνιδίασε πολιτικούς φίλους και αντιπάλους με την εξαγγελία του για ένα «ειδικό ταμείο» 100 δισεκατομμυρίων ευρώ με αποκλειστικό σκοπό τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων της Γερμανίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι Γερμανοί είναι πολύ πιθανό να επενδύσουν στα υπερσύγχρονα αμερικανικά F-35. Άλλωστε και ο ίδιος ο καγκελάριος ξεκαθάρισε ότι «το F-35 εξετάζεται για τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις». Ήταν μία απρόσμενη δήλωση, αν αναλογιστεί κανείς ότι στην προηγούμενη κυβέρνηση υπό την Άνγκελα Μέρκελ- με αντικαγκελάριο τον Όλαφ Σολτς- τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα δεν προχωρούσαν. «Κάθε τόσο οι ειδικοί αποφάσιζαν να επανεξετάσουν και να συζητήσουν από την αρχή τα προγράμματα» επισημαίνει η Κλαούντια Μαγιόρ, συνεργάτης του γερμανικού Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής με έδρα το Βερολίνο. Η καινοτομία του «ειδικού ταμείου» των 100 δις ευρώ συνίσταται ακριβώς στο ότι για πρώτη φορά «διαμορφώνεται ένα μακροχρόνιο πλαίσιο χρηματοδότησης για την υλοποίηση στρατηγικών επενδύσεων στον τομέα της άμυνας» τονίζει η ΚλαΠούντια Μαγιόρ.
Παραμένουν τα σχέδια για «ευρωπαϊκό μαχητικό αεροσκάφος»
Στις στρατηγικές επενδύσεις περιλαμβάνεται η απόκτηση των αμερικανικών F-35, που ασφαλώς θα απορροφήσει ένα γενναίο, διψήφιο ποσό δισεκατομμυρίων, αλλά και η ανάπτυξη ενός νέου, ευρωπαϊκού μαχητικού αεροσκάφους (FCAS), το οποίο Γαλλία και Γερμανία σχεδιάζουν από κοινού. Άμεση προτεραιότητα για την «Μπούντεσβερ», τον γερμανικό στρατό, αποτελεί επίσης η αγορά νέων μεταγωγικών ελικοπτέρων, καθώς και ο εκσυγχρονισμός των αμερικανικών αντιαεροπορικών πυραύλων τύπου Patriot. Ο Όλαφ Σολτς δηλώνει χαρακτηριστικά ότι «χρειαζόμαστε αεροσκάφη που είναι σε θέση να πετάξουν, πλοία που θα δεσπόζουν στη θάλασσα και στρατιώτες, άνδρες και γυναίκες, που θα διαθέτουν τον ιδανικό εξοπλισμό για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους».
Αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει σήμερα. Σε πρόσφατη επίσκεψή της στα γερμανικά στρατεύματα που σταθμεύουν στη Λιθουανία, η εντεταλμένη της κυβέρνησης για τις ένοπλες δυνάμεις Εύα Χογκλ διαπίστωσε έκπληκτη ότι πολλές φορές οι στρατιώτες δεν διέθεταν ούτε τα απαραίτητα τζάκετ, αντιανεμικά μπουφάν ή και …εσώρουχα που θα ήταν απαραίτητα για να αντιμετωπίσουν το πολικό ψύχος. «Πώς είναι δυνατόν να παρουσιάζονται τέτοιες ελλείψεις σε μία από τις πιο πλούσιες χώρες του κόσμου;» διερωτάται η Εύα Χογκλ.
Μόνο τα χρήματα δεν αρκούν
Το ειδικό ταμείο των 100 δις ευρώ ασφαλώς θα δώσει λύσεις. Άλλωστε ακόμη και ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος τους τελευταίους μήνες προειδοποιεί ότι όλες οι δημόσιες δαπάνες στη Γερμανία πρέπει να επανεξεταστούν, προκειμένου η χώρα να τηρήσει το συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο του χρέους» από το 2023, είναι ξεκάθαρος σε ό,τι αφορά τις αμυντικές δαπάνες: «Στόχος μας, και δικός μου στόχος, είναι να αποκτήσουμε, εντός της δεκαετίας, έναν από τους πιο ισχυρούς και καλύτερα εξοπλισμένους στρατούς στην Ευρώπη» ανέφερε σε πρόσφατη ομιλία του ο υπουργός Οικονομικών και πρέοδρος του Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP). ÄΈναν στρατό που θα ανταποκρίνεται στη θέση της Γερμανίας και στην ευθύνη που αναλαμβάνουμε για την Ευρώπη».
Αλλά τα χρήματα, από μόνα τους, δεν αρκούν. Επιπλέον, προειδοποιούν οι ειδικοί, χρειάζεται προσοχή απέναντι στο λόμπι της αμυντικής βιομηχανίας που ασφαλώς ελπίζει να αυξήσει τον τζίρο του. Γι αυτό, επισημαίνει, ο βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και ειδικός σε θέματα εξοπλισμών, Ρόντεριχ Κίζεβετερ, δεν χρειάζονται «γρήγορες αποφάσεις. Ανησυχώ ότι θα αρχίσουμε να σπαταλούμε χρήματα χωρίς να έχουμε θέσει προτεραιότητες και χωρίς να εντάσσουμε τις όποιες δαπάνες σε έναν ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό».
Κάποιοι προτείνουν την επαναφορά της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, την οποία είχε καταργήσει η Άνγκελα Μέρκελ. Ο Κίζεβετερ διαφωνεί, επισημαίνοντας ότι «η Μπούντεσβερ δεν έχει πλέον τη δυνατότητα να παρέχει στέγη σε τόσους πολλούς κληρωτούς. Εάν θέλαμε να αποκτήσουμε και πάλι τις απαραίτητες εγκαταστάσεις, τότε θα 100 δις θα εξαφανίζονταν πολύ γρήγορα και αυτό χωρίς να έχουμε ενισχύσει ουσιαστικά τις ένοπλες δυνάμεις». Όλα δείχνουν ότι η Μπούντεσβερ θα επενδύσει σε επαγγελματίες οπλίτες και στελέχη υψηλής εξειδίκευσης. Σύμφωνα με πρώτες πληροφορίες σχεδιάζονται τουλάχιστον 20.000 νέες προσλήψεις, οι οποίες θα ανεβάσουν το έμψυχο δυναμικό σε 203.000 άτομα.
Νίνα Βέρκχοιζερ, Πέτερ Χίλε
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου