ΕΕ: Θα μειωθούν οι μετανάστες με το νέο Σύμφωνο;
11 Απριλίου 2024Στην τελευταία του συνεδρίαση πριν τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο κι έπειτα από 8 χρόνια επίπονων διαπραγματεύσεων με τα 27 κράτη-μέλη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε μία θεμελιώδη μεταρρύθμιση του συστήματος ασύλου της ΕΕ. Το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου που αποτελείται από οκτώ νόμους, αποσκοπεί πρωτίστως στη μείωση των αφίξεων μεταναστών, την επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου και στην εκτέλεση αυτών στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης.
Μέσα σε επτά ημέρες από την άφιξή τους οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να ταυτοποιούνται και να καταχωρούνται στη διευρυμένη βιομετρική βάση δεδομένων Eurodac.
Οι μετανάστες που προέρχονται από χώρες με ποσοστό αναγνώρισης κάτω από 20% θα κρατούνται στα σύνορα μέχρι και 12 εβδομάδες. Στους καταυλισμούς όπου θα βρίσκονται και οι οποίοι θα ανεγερθούν στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Μάλτα, την Ισπανία, την Κροατία και την Κύπρο, θα αποφασίζεται ποιος θα πρέπει να επιστρέψει στη χώρα προέλευσής του χωρίς περαιτέρω έλεγχο. Αυτό αφορά ένα περιορισμένο αριθμό αιτούντων άσυλο.
Από την άλλη πλευρά, οι μετανάστες που έρχονται από χώρες με υψηλότερο ποσοστό αναγνώρισης θα περνούν από τις συνήθεις διαδικασίες χορήγησης ασύλου, οι οποίες θα επιταχυνθούν. Όσοι δεν λάβουν άσυλο θα απελαύνονται.
Πώς θα ανακουφιστούν οι πρώτες χώρες υποδοχής;
Οι πρώτες χώρες υποδοχής θα έχουν τη δυνατότητα να προωθούν σε άλλα κράτη της ΕΕ κάποιους αναγνωρισμένους αιτούντες άσυλο ή μετανάστες με καλές πιθανότητες χορήγησης ασύλου. Μεταξύ των κρατών-μελών θα υπάρχει έτσι «υποχρέωση αλληλεγγύης». Κράτη όπως η Ουγγαρία που δεν θέλει να δεχθεί κανέναν, θα πρέπει να πληρώνουν τουλάχιστον ένα χρηματικό ποσό ή να στέλνουν εξοπλισμό και προσωπικό στις πρώτες χώρες υποδοχής. Το χρηματικό ποσό ανέρχεται σε 20.000 ευρώ για κάθε μετανάστη που δεν δέχεται το εκάστοτε κράτος.
Ωστόσο αυτό το σύστημα εξισορρόπησης δεν θεσπίζεται στο Σύμφωνο. Αντιθέτως, τα κράτη-μέλη θα διαπραγματεύονται επ’ αυτού κατά περίπτωση. Εάν μία χώρα θεωρήσει πως έχει επιβαρυνθεί σημαντικά, μπορεί να χαλαρώσει το κανονιστικό πλαίσιο και να ζητήσει μεγαλύτερη αλληλεγγύη από τα υπόλοιπα κράτη. Τα 27 κράτη-μέλη καθορίζουν από κοινού πότε υπάρχει μία τέτοια «περίπτωση κρίσης». Όπως αντιλαμβάνεται επομένως κανείς, τα περιθώρια για πολιτικές αντιπαραθέσεις είναι μεγάλα.
Τι γίνεται με την «εσωτερική μετανάστευση»;
Μέχρι στιγμής υπάρχει μία σαφής «εσωτερική μετανάστευση» αιτούντων άσυλο από την Ελλάδα ή την Ιταλία προς τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, την Ολλανδία ή το Βέλγιο. Αιτούντες άσυλο που κατέθεσαν αίτηση για παράδειγμα στην Ιταλία και αυτή απορρίφθηκε ή που οι αιτούντες δεν είναι ικανοποιημένοι με τις εκάστοτε συνθήκες διαβίωσης, κατευθύνονται συχνά προς τη Γερμανία.
Κανονικά η Ιταλία υποχρεούται να πάρει πίσω τέτοιους μετανάστες. Στην πραγματικότητα όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το νέο Σύμφωνο επεξεργάζεται και πάλι τις σχετικές διατάξεις και τονίζει πως αρμόδιες είναι οι χώρες της πρώτης υποδοχής. Ταυτοχρόνως οι παροχές και οι προϋποθέσεις εισδοχής ενός αιτούντα άσυλο αναμένεται να διαμορφωθούν με τρόπο ενιαίο σε ολόκληρη την ΕΕ – γεγονός που θα περιορίσει και τα κίνητρα εσωτερικής μετανάστευσης σε άλλα κράτη-μέλη.
Θα γίνουν ευκολότερες οι απελάσεις;
Το Σύμφωνο προβλέπει πως οι απελάσεις προς χώρες προέλευσης που θεωρούνται ασφαλείς αλλά και πίσω σε χώρες διέλευσης θα γίνονται πιο γρήγορα.
Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΕ επιδιώκει να συνάψει συμφωνίες με τρίτα κράτη ώστε αυτά να υποδέχονται μετανάστες των οποίων η αίτηση ασύλου απορρίφθηκε. Χαρακτηριστικό εν προκειμένω είναι και το παράδειγμα της συμφωνίας με την Τυνησία: το αφρικανικό κράτος έλαβε οικονομική αρωγή και σε αντάλλαγμα δέχθηκε να πάρει πίσω υπηκόους του που βρίσκονται στην ΕΕ. Ωστόσο η κυβέρνηση της Τυνησίας αρνείται να δεχθεί ανθρώπους από την υποσαχάρια Αφρική που ταξίδεψαν μέσω της Τυνησίας προς την ΕΕ.
Η συμφωνία με την Τουρκία από το 2016 είχε συμβάλλει στη μείωση των Σύρων προσφύγων που έφταναν στην Ελλάδα για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Σήμερα όμως η συμφωνία δεν εφαρμόζεται καθώς η Τουρκία δεν παίρνει πλέον πίσω Σύρους από την Ελλάδα.
Πώς θα αποτραπεί ο… «τουρισμός ασύλου»;
Οι αρμόδιες για τους ελέγχους στα σύνορα υπηρεσίες στην ΕΕ θα καταγράφουν όλους τους μετανάστες που θα φτάνουν στα σύνορα και θα περνούν τα βιομετρικά τους στοιχεία σε μία διευρυμένη βάση δεδομένων στην οποία θα έχουν πρόσβαση όλες οι αρχές της Ευρώπης.
Με αυτόν τον τρόπο θα μπορεί να διαπιστωθεί εάν ένας μετανάστης, η αίτηση ασύλου του οποίου απορρίφθηκε στην Ελλάδα, μπορεί να κάνει εκ νέου αίτηση στην Αυστρία ή να ταξιδέψει μέσα από άλλες χώρες. Αυτός ο αιτών άσυλο θα μπορεί εν συνεχεία να σταλεί πιο εύκολα πίσω στην χώρα πρώτης υποδοχής και τελικά να απελαθεί πίσω στη χώρα προέλευσής του.
Γιατί εξακολουθεί να είναι αμφιλεγόμενο το Σύμφωνο;
Όσοι τάσσονται υπέρ του Συμφώνου ισχυρίζονται πως οι αυστηρότεροι κανόνες και διαδικασίες που αποσκοπούν στις ταχύτερες απελάσεις, θα δρουν αποτρεπτικά μετά από ένα χρονικό διάστημα. Τότε θα έρχονταν λιγότεροι μετανάστες διότι θα μειώνονταν οι πιθανότητές τους να παραμείνουν στην Ευρώπη.
Όμως υπάρχουν κι εκείνοι που επικρίνουν το Σύμφωνο, θεωρώντας πως αυτό υπονομεύει το δικαίωμα ασύλου στην ΕΕ καθώς και ότι θα οδηγήσει στην απόρριψη αιτήσεων ασύλου ακόμη και ανθρώπων που έχουν πραγματικά ανάγκη προστασίας. Και όλα αυτά ενώ θα εξακολουθούν να πεθαίνουν άνθρωποι στη Μεσόγειο.
Τι γίνεται από εδώ και πέρα;
Κατά τα τέλη Απριλίου το Συμβούλιο της ΕΕ αναμένεται να δώσει την τελική, τυπική έγκριση. Όταν τεθεί σε ισχύ το κανονιστικό πλαίσιο που περιλαμβάνεται στο Σύμφωνο, οι εξελίξεις θα εξαρτηθούν πρωτίστως από το εάν και το πώς θα εκπληρώσουν τα κράτη-μέλη τις νέες τους υποχρεώσεις. Θα κατασκευάσει η Ιταλία λειτουργικούς, κλειστούς καταυλισμούς στα σύνορα; Θα φανούν πράγματι αλληλέγγυες οι χώρες της βόρειας και ανατολικής Ευρώπης και θα πάρουν μετανάστες ή τουλάχιστον θα καταβάλλουν το ποσό που τους αναλογεί για όσους αρνηθούν να πάρουν;
Το βέβαιο είναι πως θα χρειαστεί μία διετία για να τεθεί σε ισχύ το νέο πλαίσιο και να διαπιστώσουμε εάν πράγματι θα έχουν μειωθεί τελικά οι αριθμοί των αιτούντων άσυλο και μάλιστα τόσο όσο υπαγορεύουν οι παρούσες εκτιμήσεις.
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς