1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Καρκίνος του μαστού

4 Απριλίου 2006

Σε λίγα χρόνια νέες μέθοδοι εξέτασης του όγκου θα «δείχνουν» τον ενδεδειγμένο τρόπο θεραπείας...

https://p.dw.com/p/AvnR
Εικόνα: dpa

Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου στις γυναίκες. Σύμφωνα με στοιχεία του γερμανικού Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ κάθε χρόνο πεθαίνουν περισσότερες από 17.000 γυναίκες εξαιτίας αυτής της μορφής του καρκίνου. Μόνον στη Γερμανία καταγράφονται ετησίως περίπου 50.000 νέα περιστατικά. Για τις περισσότερες γυναίκες αρχίζει με τη διάγνωση της νόσου ένας δύσκολος αγώνας. Σήμερα υπάρχουν πολλές εξειδικευμένες μέθοδοι θεραπείας και κάθε εκδοχή της ασθένειας πρέπει να εξετάζεται διαφορετικά.

«Καρκίνος του μαστού δεν σημαίνει πάντα καρκίνος του μαστού». Αυτό είναι κάτι που τονίζουν συνεχώς οι επιστήμονες τα τελευταία χρόνια. Γι΄ αυτό και δεν υπάρχει μία ενιαία θεραπεία, κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται διαφορετικά, η δε προτεινόμενη θεραπεία να συζητείται προηγουμένως με την ασθενή. Όπως μας είπε η Νάντια Χάρμπεκ, καθηγήτρια στην γυναικολογική κλινική του Μονάχου:

«Σήμερα δεν λαμβάνουμε υπόψη μόνον πόσοι λεμφαδένες έχουν προσβληθεί. Εξετάζουμε προσεκτικά τις ιδιότητες της επιφάνειας του καρκινικού κυττάρου και έπειτα αποφασίζουμε τη θεραπευτική αγωγή. Δεν μπορεί δηλαδή να συγκρίνει κανείς απλά δύο περιπτώσεις και να πει ό,τι κάναμε στη μία θα κάνουμε και στην άλλη. Δεν λειτουργούμε πλέον έτσι».

Ο όρος «καρκίνος του μαστού» δίνει συχνά μία λανθασμένη εικόνα καθώς ο καρκίνος δεν προσβάλει μόνον το συγκεκριμένο μέρος του σώματος. Στο 60 με 70 % των ασθενών συναντούμε ήδη κατά την πρώτη διάγνωση καρκινικά κύτταρα διάσπαρτα στο σώμα. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και επικίνδυνα. Εάν όμως ακολουθήσει μετάσταση τότε ο καρκίνος δεν μπορεί πλέον να θεραπευτεί, αλλά μόνον να περιοριστεί η περαιτέρω επέκτασή του. Μία χειρουργική επέμβαση λοιπόν δεν επαρκεί. Στα ερωτήματα ποια θεραπεία θα πρέπει να ακολουθήσει η ασθενής και κυρίως εάν πρέπει να υποβληθεί σε χημειοθεραπεία υπάρχει στο μεταξύ πάντοτε μία σαφής απάντηση.

«Εξετάζοντας προσεκτικά τις ιδιότητες των καρκινικών κυττάρων μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα εάν η ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε χημειοθεραπεία ή όχι. Πρόκειται για μία αξιόπιστη μέθοδο την οποία και προσφέρουμε στο μεταξύ».

Αυτό όμως, όπως μας είπε η καθηγήτρια, δεν γίνεται σε όλες τις κλινικές. Σε λίγα χρόνια όμως θα πρέπει να είναι παντού η «στάνταρ» διαδικασία: αναλυτική εξέταση του όγκου προκειμένου να μπορεί να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά:

«Σε λίγα χρόνια δεν θα εξετάζουμε τον καρκίνο αυτό καθαυτό, αλλά το ‘γενετικό προφίλ’ του όγκου, αυτό σημαίνει ότι ο όγκος θα μας δείχνει ποιο ακριβώς πρόγραμμα θεραπείας θα ακολουθούμε. Σε λίγα χρόνια θα έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο».

Για μεγάλο χρονικό διάστημα η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία ήταν τα κύρια όπλα που χρησιμοποιούσαν οι ασθενείς και οι γιατροί τους στη μάχη κατά του καρκίνου. Μπορεί όμως να έχουν ανεπιθύμητες επιδράσεις στο υπόλοιπο σώμα. Σήμερα υπάρχουν διαθέσιμες νέες θεραπείες χάρη σε μεγάλο αριθμό ερευνητικών προγραμμάτων σε όλο τον κόσμο. Πολλές γυναίκες αποφασίζουν να ακολουθήσουν νέες θεραπείες ακόμη και εάν αυτές βρίσκονται σε πειραματικό στάδιο. Η προσπάθεια αυτή αξίζει όπως απέδειξε σε σχετική έρευνά του ο αυστριακός ογκολόγος Μίχαελ Γκαντ. Σύμφωνα με αυτή ασθενείς που συμμετέχουν σε ερευνητικά προγράμματα ακολουθούν συνήθως καλύτερη θεραπεία και ζουν περισσότερο.