1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Συνέντευξη του Ταγίπ Ερντογάν στο Spiegel

16 Απριλίου 2007
https://p.dw.com/p/AvDk

«Περιμέναμε υπομονετικά» με αυτό τον τίτλο δημοσιεύει το περιοδικό Der Spiegel συνέντευξη του Τούρκου πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

Στο ερώτημα εάν υπάρχει άλλη εναλλακτική προοπτική για την Τουρκία εκτός της Ευρώπης ο Τούρκος πρωθυπουργός απάντησε: «Γύρω στο 60% του εμπορίου μας αναπτύσσεται με την ΕΕ, 10% με τις ΗΠΑ, 6% με την Κίνα και το υπόλοιπο με όλες τις άλλες χώρες. Μην ξεχνάτε επίσης ότι η διαδικασία της ευρωπαϊκής προοπτικής άρχισε το 1959, πριν από 50 χρόνια σχεδόν και από τότε μας βάζουν συνέχεια στην άκρη. Παρ’ όλα τα εμπόδια εμείς δεν πρόκειται να αποκλίνουμε της ευρωπαϊκής μας πορείας.»

Ο κ. Ερντογάν έκανε επίσης λόγο για χρονοδιάγραμμα στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις: «Θα θέλαμε ένα χρονοδιάγραμμα. Έτσι μπορούν να αποδείξουν οι Ευρωπαίοι στον τουρκικό λαό ότι έχουν πάρει στα σοβαρά την ένταξή μας.» «Μπορούμε να δώσουμε για πιθανή ημερομηνία το 2014 ή το 2015, καλώ όμως την ΕΕ να είναι ειλικρινής, εάν δεν μας θέλει, θα πρέπει να το πει καθαρά. Εάν δεν είμαστε επιθυμητοί, δεν χρειάζεται να χάνουμε χρόνο με τις διαπραγματεύσεις. Τι είναι τελικά η Ευρώπη; Είναι το σπίτι των πολιτισμών ή μια χριστιανική λέσχη; Εάν ισχύει το πρώτο, τότε η Τουρκία ανήκει στην ΕΕ.»

Στο ζήτημα της Σχολής της Χάλκης ο Τούρκος πρωθυπουργός είπε «Εάν η ΕΕ δεν θέλει την ένταξή μας λόγω της Χάλκης, τότε μπορείτε να μην μας δεχτείτε! Εδώ πρόκειται όμως για μια εντελώς διαφορετική κατάσταση, υπάρχει πρόβλημα με τους τουρκικούς νόμους: παλαιότερα η σχολή ήταν ανώτερη, τώρα όμως θέλουν να την αναβαθμίσουν σε ανώτατη, αλλά κάτι τέτοιο δεν επιτρέπει το αρμόδιο συμβούλιο για τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.»

Στη συνέχεια ο Ταγίπ Ερντογάν παρατήρησε ότι «περίμενε περισσότερα από την γερμανική προεδρία», «ο ρυθμός στο άνοιγμα των κεφαλαίων θα μπορούσε να είναι ταχύτερος» καταλήγοντας στο ότι η Γερμανία θα μπορούσε τον Δεκέμβριο στη διένεξη με την Κύπρο να στηρίξει περισσότερο την Τουρκία.

«Είναι λοιπόν απογοητευμένος ο πρωθυπουργός της Τουρκίας με την γερμανική προεδρία διάβαζε με την κα Μέρκελ» σημειώνει σε σχόλιό της η Frankfurter Allgemeine Zeitung «είναι όμως πλάνη να πιστεύει κανείς ότι η ένταξη στην ΕΕ είναι πανάκεια και μπορεί να προστατεύσει την χώρα από τον ισλαμισμό. Υπάρχει εξάλλου εδώ μια παραδοξότητα: μπορεί η Τουρκία να εκσυγχρονίζεται και γίνεται όλο και πιο ανεκτική, αλλά αυτό δεν ενισχύει την αμυντική της ασπίδα κατά του ισλαμισμού. Αντίθετα ο Ερντογάν γνωρίζει, ότι εάν γίνει πρόεδρος της Τουρκίας, τότε θα καταρρεύσουν τα τείχη-όρια μεταξύ κράτους και θρησκείας. Αυτό ακριβώς πιστεύουν και όσοι αντιτίθεται στον ισλαμισμό και θέλουν ένα κοσμικό κράτος.»

«Οι μάζες που διαδήλωσαν στην Άγκυρα το Σάββατο κατά της υποψηφιότητας Ερντογάν φαίνεται ότι πιστεύουν πως η χώρα τους κινδυνεύει από τον ισλαμισμό» υπογραμμίζει σε σχόλιό της η Tageszeitung «για δεκαετίες οι δυνάμεις του κοσμικού κράτους ήταν εκείνες που έδιναν τον τόνο στα πολιτικά πράγματα στην Τουρκία, επομένως για να βρουν τώρα ένα συμβιβασμό πολιτικής συμβίωσης με τις θρησκευτικές δυνάμεις θα χρειαστεί πολύς χρόνος και ασφαλώς πραγματική διάθεση για διάλογο. Τώρα επαφίεται στον Ερντογάν να αποτρέψει την μοιραία σύγκρουση μεταξύ των σκληροπυρηνικών κεμαλιστών και των ισλαμιστών.»

«Ο Πούτιν φέρνει σε πολύπλοκα διλήμματα τη Δύση με την έλλειψη κάθε σεβασμού προς τις πολιτικές και αστικές ελευθερίες» γράφουν οι βρετανικοί The Times με αφορμή τη βίαιη επίθεση της ρωσικής αστυνομίας σε διαδηλωτές της Μόσχας και της Αγ. Πετρούπολης: «άμεσα πρέπει να σκεφθούμε πως θα αντιδράσουμε εάν ο Κασπάροφ γίνει ‘μάρτυρας’ της ρωσικής αντιπολίτευσης. Όμως τώρα θα πρέπει να σκεφθούμε πως θα διασφαλίσουμε εχέγγυα για την σωματική ακεραιότητα των φιλοξενούμενων στις χώρες μας αντιπολιτευόμενων.»

«Γιατί δεν επιτρεπόταν να διαδηλώσει μια χούφτα διαφωνούντων;» διερωτάται η ρωσική εφημερίδα Moskowski Komsomolez «έτσι και αλλιώς θα το έπαιρναν είδηση μόνον μερικές εκατοντάδες άνθρωποι. Τώρα το πήρε είδηση όλος ο κόσμος.»

«Αυτό που συμβαίνει τώρα στη Μόσχα και στην Αγ. Πετρούπολη έχει ελάχιστη, μέχρι και καθόλου, σχέση με όσα συνέβησαν στην Γεωργία και στην Ουκρανία» σημειώνει η ιταλική εφημερίδα La Repubblica: «Στη Μόσχα έχει την διακυβέρνησει ο Πούτιν, του οποίου η εξουσία δεν διακυβεύεται στο ελάχιστο. Αντίθετα μάλιστα είναι πολύ δημοφιλής: 70% μέχρι και 80% των Ρώσων εκφράζουν σε δημοσκοπήσεις την ικανοποίησή τους με τη διακυβέρνησή του.»

Επιμέλεια: Βιβή Παπαναγιώτου