1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Η Ελλάδα χρειάζεται πλειοψηφία στη βουλή και συναίνεση στην κοινωνία

28 Ιουνίου 2010

Τα αποτελέσματα της συνόδου κορυφής των 20 ισχυρότερων χωρών του κόσμου και των αναδυόμενων οικονομιών κυριαρχούν στον ευρωπαϊκό τύπο. Παράλληλα η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας απασχολεί σταθερά τον γερμανικό τύπο.

https://p.dw.com/p/O4mA
Εικόνα: AP

«Το ελληνικό δράμα», είναι ο τίτλος σχολίου του Γκερντ Χέλερ στη Frankfurter Rundschau και αφορά τη συνολική εικόνα που δίνει αυτή την εποχή η Ελλάδα.

«H αποτυχία στο Μουντιάλ, οι ταλαιπωρημένοι τουρίστες στον Πειραιά, η βομβιστική επίθεση στην Αθήνα και η νέα επιδείνωση στις αποδόσεις, τα καπέλα και τα ασφάλιστρα των ελληνικών ομολόγων κάνει πολλούς Έλληνες να αναρωτιούνται που πάει η υπερχρεωμένη χώρα τους.»

«Οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν φαίνεται να πείστηκαν ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει. Ήδη από τη στιγμή που άρχισαν οι απεργοί να αποκλείουν το λιμάνι του Πειραιά άρχισε η καθοδική πορεία της αξίας των ομολόγων, ενώ μετά τη βομβιστική επίθεση οι αγορές αντέδρασαν με αύξηση του καπέλου στα ομόλογα και οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων άγγιξαν σχεδόν τα 10,5%.

Και όμως η Ελλάδα φαινόταν ότι σώθηκε, όταν στις αρχές Μαΐου η ΕΕ και το ΔΝΤ ενέκριναν το πακέτο στήριξης ύψους 110 δισεκατομμυρίων ευρώ επί τρία χρόνια. Οι αγορές αναρωτιούνται όμως τι θα γίνει μετά τα τρία χρόνια. Είναι σε θέση η Ελλάδα μέχρι το 2013 να μειώσει τόσο δραστικά το δημοσιονομικό της έλλειμμα, ώστε να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της αύξησης του δανεισμού;»

Οι μεταρρυθμίσεις χρειάζονται κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κοινωνική συναίνεση

Anschlag in Athen Griechenland
Εικόνα: AP

«Αυτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνον με τη δημοσιονομική πειθαρχία.

Εάν η Ελλάδα θέλει να διαχειριστεί σωστά αυτή την κρίση, πρέπει να χτυπήσει τις αιτίες της, οι οποίες δεν πηγάζουν μόνον από τις χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες, όπως π.χ. την υπερρύθμιση πολλών οικονομικών κλάδων, αλλά και από τις απαιτήσεις που υπάρχουν, αν και δεν συνάδουν με την οικονομική πραγματικότητα της χώρας. Αυτό φαίνεται στο διάλογο για την εξυγίανση του ασφαλιστικού και τις ριζικές μεταρρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις. Για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων αυτών απαιτείται κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κοινωνική συναίνεση. Πραγματικότητες από τις οποίες η Ελλάδα απέχει ακόμη παρασάγγας:

Η συντηρητική αντιπολίτευση, που με την ανεύθυνη πολιτική δαπανών και τις πελατειακές της σχέσεις ευθύνεται ουσιαστικά για την κρίση απορρίπτει όλες τις μεταρρυθμίσεις. Το ΚΚΕ, που μένει προσηλωμένο στον σταλινικό του κορσέ, βλέπει την κρίση σαν μια μάχη αποφασιστικής σημασίας στον ταξικό αγώνα του και προσπαθεί να διαλύσει την καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας με τις απεργίες. Έτσι έχει επικεντρωθεί τώρα τελευταία στον τουρισμό, τον σημαντικότερο κλάδο στην ελληνική οικονομία, τον μόνο που ενδέχεται να οδηγήσει τη χώρα στην οικονομική ανάπτυξη. Γιατί μόνον εάν υπάρξει οικονομική ανάκαμψη, μπορεί η Ελλάδα να αρχίσει να αποπληρώνει τα υπέρογκα χρέη της. Ο στόχος αυτός όμως με κάθε απεργία και κάθε μπλοκάρισμα στα λιμάνια απομακρύνεται στο απώτερο μέλλον.»

Προσπάθειες ανάκαμψης;

Organische Solarzellen - Fraunhofer ISE
Εικόνα: Fraunhofer ISE

«Η Ελλάδα υπέρ της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας – η Αθήνα θέλει να επενδύσει δισεκατομμύρια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», γράφει σήμερα η εφημερίδα του Βερολίνου Tagesspiegel για τις προθέσεις της υπουργού Περιβάλλοντος,Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Τίνα Μπιρμπίλη:

«Ειδικοί στα θέματα αυτά χαρακτηρίζουν τα σχέδια της Ελληνίδας υπουργού φιλόδοξα, διότι προϋποθέτουν επενδύσεις 16 δισεκατομμυρίων ευρώ. Με δεδομένο τα άδεια κρατικά ταμεία μια τέτοια επένδυση σημαίνει πως θα πρέπει να επενδύσουν οι επιχειρηματίες. Επίσης ο στόχος που έθεσε το υπουργείο είναι μέχρι το 2020 να αυξηθεί η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα 2.600 μεγαβάτ.

Αλλά ακόμη και εάν βρεθούν τα κονδύλια, για να πετύχουν αυτό τον στόχο θα πρέπει να παράγονται ετησίως 1500 μεγαβάτ από ανανεώσιμες πηγές. Πέρσι αυξήθηκε η παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μόνον κατά 118 μεγαβάτ.

Ωστόσο βασικές αιτίες καθυστέρησης των επενδύσεων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας εκτιμάται ότι είναι τα γραφειοκρατικά εμπόδια.»

G20 – στείρα αντιπαράθεση, επίπλαστη αρμονία

Dossierbild Tryptychon G8 G20 Canada 1
Εικόνα: picture-alliance/dpa

Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν. Σε αυτό το πνεύμα είναι ο σημερινός απόηχος της συνόδου κορυφής των 20 στις ευρωπαϊκές εφημερίδες.

Οι βρετανικοί The Financial Times: «Στην πρώτη σύνοδο κορυφής των G20, πριν από δύο χρόνια, οι συμμετέχοντες διακήρυξαν ότι εγκαινιάζουν μια νέα εποχή με παγκόσμιες λύσεις για τα παγκόσμια προβλήματα. Δύο χρόνια μετά, η οικονομική κρίση δεν έχει τεθεί υπό έλεγχο και οι εταίροι διαφωνούν.»

«Το ήξεραν ότι δεν συμφωνούν και ότι δεν θα γίνει τίποτε. Και μόνον ο προσδιορισμός του ποια χώρα θα πρέπει να δώσει περισσότερα και ποια θα πρέπει να κάνει περικοπές αρκούσε για να απορρυθμίσει τη σύνοδο και κυρίως για να χαθεί η ισορροπία ανάμεσα στους συμμετέχοντες. Όμως οι ασυμφωνίες αυξάνουν τώρα τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας ύφεσης.»

Η αμερικανική Wall Street Journal: «Η στείρα αντιπαράθεση περικοπές ή ενισχύσεις κατάφερε να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση από τα ουσιαστικά θέματα. Π.χ. Εξυγίανση μόνον στις υπερχρεωμένες χώρες που δεν υπάρχει τίποτε να ενισχυθεί, οικονομικά κίνητρα και ενίσχυση στις πιο σθεναρές ανάμεσα σε αυτές, λιγότερη ρύθμιση και περισσότερη επιχειρηματική δραστηριότητα. Αύξηση του φόρου κατανάλωσης και μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις. Αυτά θα χαροποιούσαν τις αγορές, οι οποίες ασφαλώς δεν πρόκειται να περιμένουν την επόμενη σύνοδο κορυφής για να θυμίσουν σε όλους μας ποιος είναι υπεύθυνος για την παγκόσμια οικονομία.»

Τέλος η γερμανική Süddeutsche Zeitung: «Κατά βάση συμφωνούν όλοι ότι οι τράπεζες πρέπει να περιορίσουν τις συναλλαγές τους στα αυστηρά τραπεζικά τους καθήκοντα για να μην επαναληφθεί μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση.

Στις λεπτομέρειες όμως το επίπεδο της διεθνούς συνεργασίας φαίνεται ότι είναι πολύ κατώτερο των περιστάσεων ή τουλάχιστον κατώτερο από ότι ήθελαν κάποιοι να πιστεύουν.»

Επιμέλεια: Βιβή Παπαναγιώτου

Υπεύθ. σύνταξης: Σπύρος Μοσκόβου